Η Πρωτοχρονιά, πέρασμα στο νέο χρόνο, είναι φυσικό να συνδέεται με συνήθειες που εξασφαλίζουν το καλό και την αποφυγή ενεργειών που μπορεί να σημαίνουν κακό για το χρόνο που έρχεται. Τέτοια περάσματα είναι πολλά στη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών και γι αυτό η έννοια του ποδαρικού είναι πολύ σημαντική για την λαϊκή πρωτοχρονιά.
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς επιδιώκουν την ευετηρία. Κυριαρχεί η αντίληψη της νουμηνίας, ότι δηλαδή κάθε τι που γίνεται στην αρχή μιας περιόδου έχει επανάληψη και επίδραση σε όλη τη διάρκειά της. Για παράδειγμα, το ποδαρικό δηλαδή η συνάντηση ή υποδοχή του προσώπου που θα μπει πρώτο στο σπίτι και θα τους φέρει καλοτυχία. Χρησιμοποιούν επίσης το «αμίλητο» νερό, νερό που παλαιότερα έπαιρναν από την πηγή με απόλυτη σιωπή και μ’ αυτό έπλεναν το πρόσωπό τους και ράντιζαν τους χώρους, με την ενδόμυχη ευχή «όπως τρέχει το νερό, έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι». Επίσης, κρεμούσαν στην πόρτα του του σπιτιού αγριοκρεμμύδα (ασκελετούρα στην Κρήτη, σκιλλοκρέμμυδο, μπότσικας αλλού), που είναι βολβοί μεγάλης αντοχής.
Η συνήθεια της πρόγνωσης του μέλλοντος στην αρχή του νέου έτους αντικατοπτρίζεται στο κυνήγι της τύχης με το χαρτοπαίγνιο αλλά και την τοποθέτηση φύλλων ελιάς στο τζάκι ή κόκκων σιταριού στη στάχτη, προκειμένου να διαπιστώσουν πώς θα πάει η υγεία κατά τη διάρκεια του χρόνου που έρχεται.
Η βασιλόπιτα
Tο έθιμο της βασιλόπιτας υπάρχει σε όλο τον ελληνικό χώρο. Οι εορταστικοί άρτοι (ευετηρική προσφορά ή απαρχή) παρασκευαζόταν κατά τις αρχαίες ελληνικές γιορτές, όπως και τα μειλίγματα (οι εξευμενιστικές προσφορές) προς τους νεκρούς και τα επίφοβα πνεύματα. Το μοίρασμα της πίτας γίνεται για το καλό της χρονιάς, για την καλή τύχη του σπιτιού και για την ευλογία του Αγίου Βασιλείου. Υπάρχουν και ιδιαίτερες παραδόσεις, λόγιας προέλευσης, όπως η σχετική με τον Aγιο Βασίλειο. Ό ταν ο Aγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισάρεια, ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους. Οι φοβισμένοι κάτοικοι ακολουθώντας την προτροπή του Αγίου μάζεψαν ό,τι πολύτιμο είχαν και βγήκαν με τον δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον έπαρχο. Ο Aγιος Βασίλειος με την πειθώ του και την εμφάνισή του έπεισε τον έπαρχο να μην πάρει τα τιμαλφή τον κατοίκων. Έτσι ανέκυψε το πρόβλημα της επιστροφής των δώρων στους ιδιοκτήτες τους. Ο Aγιος σκέφτηκε και προέτρεψε τους κατοίκους να παρασκευάσουν μικρές πίτες και έβαλε μέσα σε κάθε μια ένα αντικείμενο. Με θαυματουργό τρόπο καθένας πήρε ό,τι είχε προσφέρει. Από τότε στη γιορτή του Αγίου φτιάχνουμε πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα. Η παράδοση αυτή αγαπήθηκε πολύ από τους πληθυσμούς της Μικράς Ασίας όπου ο Aγιος ήταν ιδιαίτερα οικείος.
Η βασιλόπιτα (κουλούρα) παρασκευαζόταν παραδοσιακά όπως και σήμερα σε όλη την Ελλάδα. Είτε έφτιαχναν χωριστά τη μαντική πίτα από τον εορταστικό άρτο είτε τα συνδύαζαν. Στη Θεσσαλία για παράδειγμα έφτιαχναν μια πίτα με φύλλα. Έβαζαν μέσα ένα κέρμα, κλήμα, τριφύλλι, καλαμπόκι, σιτάρι, φασόλι και άχυρο σύμβολα της κύριας ασχολίας των μελών της οικογένειας. Π.χ. ο αμπελουργός έβαζε μικρό κομμάτι από κλίμα, ο γεωργός σιτάρι ή άχυρο κ.λπ.
Το μεσημέρι ύστερα από το φαγητό ο πατέρας ή ο μεγαλύτερος της οικογένειας έκοβε την πίτα με τελετουργικό τρόπο. Μερίδιο είχαν όλα τα μέλη, κατά σειράν ηλικίας, καθώς και οι ξενιτεμένοι, οι φιλοξενούμενοι, το σπίτι. Σε πολλές περιοχές κόβεται πρώτο το κομμάτι του Χριστού, δεύτερο της Παναγίας τρίτο του αι Βασίλη και ακολουθούν τα μέλη της οικογένειας. Ο πατέρας γύριζε την πίτα πάνω στο τραπέζι, ώστε το τυχερό του καθενός να έρθει μπροστά του. Όταν έπαιρνε το κομμάτι του το παιδί φιλούσε το χέρι του γονέα. Το κέρμα έφερνε λεφτά, το κλήμα κρασιά, το τριφύλλι πρόβατα κ.ο.κ. Επίσης πίστευαν ότι ανάλογα με το είδος του φυτού που έβρισκε το κάθε μέλος της οικογένειας θα έπρεπε να μεριμνά ιδιαίτερα για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια κατά την διάρκεια της νέας χρονιάς.
Η βασιλόπιτα στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία κ.α. είναι τυρόπιττα ή κρεατόπιτα, ενώ στους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία γλύκισμα ή γλυκό ψωμί ζυμωμένο με διάφορα μυρωδικά. Οι Σαρακατσάνοι έφτιαχναν την πίτα το πρωί της παραμονής ανακατώνοντας μέσα στο ζυμάρι γάλα, βούτυρο και μέλι ή ζάχαρη και την έτρωγαν ανήμερα του Αγίου Βασιλείου για να πάει καλά η χρονιά.
Στο αστικό πλαίσιο η πίτα είναι γλύκισμα, ενώ εμφανίζεται και το κομμάτι του φτωχού. Από τις αρχές του 20ου αιώνα η κοπή της πίτας αρχίζει να γίνεται και στα Σωματεία, τα Ιδρύματα και τους οργανισμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Σήμερα είναι πλέον μια καθιερωμένη εορταστική εκδήλωση στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας.
Ποδαρικό
Ο πρώτος που θα μπει το πρωί στο σπίτι μας, μας κάνει ποδαρικό. «Το πιο σπουδαίο ποδαρικό είναι την Πρωτοχρονιά και την πρώτη του Σεπτέμβρη αλλά και στην αρχή του μήνα, της εβδομάδας και της μέρας. Αλλουνού είναι καλό το ποδαρικό του, αλλουνού κακό». Το ίδιο με το χερικό: «να κάμω εγώ αρχή που’ ναι το χερικό μου καλό» (Γαλανάδες Νάξου) και το απάντημα (άντισμα, αναραχός) π.χ. δεν έχει καλό άντισμα, δηλ. η συνάντησή του δεν θα βγάλει σε καλό.
Οι καλορίζικοι ή καλόμοιροι, συνήθως τα μικρά παιδιά, προσκαλούνται να μπουν πρώτοι το πρωί της αρχιχρονιάς, την 1η Ιανουαρίου και την Πρωτοχρονιά της 1ης Σεπτεμβρίου, καθώς «είναι καλοπόαροι» ή έχουν «καλόν πουαρικόν» και έτσι η οικογένεια απαλλάσσεται από κάθε ασθένεια και κακό, «δεν την πιάν’ αρρώστια».
πηγή
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς επιδιώκουν την ευετηρία. Κυριαρχεί η αντίληψη της νουμηνίας, ότι δηλαδή κάθε τι που γίνεται στην αρχή μιας περιόδου έχει επανάληψη και επίδραση σε όλη τη διάρκειά της. Για παράδειγμα, το ποδαρικό δηλαδή η συνάντηση ή υποδοχή του προσώπου που θα μπει πρώτο στο σπίτι και θα τους φέρει καλοτυχία. Χρησιμοποιούν επίσης το «αμίλητο» νερό, νερό που παλαιότερα έπαιρναν από την πηγή με απόλυτη σιωπή και μ’ αυτό έπλεναν το πρόσωπό τους και ράντιζαν τους χώρους, με την ενδόμυχη ευχή «όπως τρέχει το νερό, έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι». Επίσης, κρεμούσαν στην πόρτα του του σπιτιού αγριοκρεμμύδα (ασκελετούρα στην Κρήτη, σκιλλοκρέμμυδο, μπότσικας αλλού), που είναι βολβοί μεγάλης αντοχής.
Η συνήθεια της πρόγνωσης του μέλλοντος στην αρχή του νέου έτους αντικατοπτρίζεται στο κυνήγι της τύχης με το χαρτοπαίγνιο αλλά και την τοποθέτηση φύλλων ελιάς στο τζάκι ή κόκκων σιταριού στη στάχτη, προκειμένου να διαπιστώσουν πώς θα πάει η υγεία κατά τη διάρκεια του χρόνου που έρχεται.
Η βασιλόπιτα
Tο έθιμο της βασιλόπιτας υπάρχει σε όλο τον ελληνικό χώρο. Οι εορταστικοί άρτοι (ευετηρική προσφορά ή απαρχή) παρασκευαζόταν κατά τις αρχαίες ελληνικές γιορτές, όπως και τα μειλίγματα (οι εξευμενιστικές προσφορές) προς τους νεκρούς και τα επίφοβα πνεύματα. Το μοίρασμα της πίτας γίνεται για το καλό της χρονιάς, για την καλή τύχη του σπιτιού και για την ευλογία του Αγίου Βασιλείου. Υπάρχουν και ιδιαίτερες παραδόσεις, λόγιας προέλευσης, όπως η σχετική με τον Aγιο Βασίλειο. Ό ταν ο Aγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισάρεια, ο τότε Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε να εισπράξει φόρους. Οι φοβισμένοι κάτοικοι ακολουθώντας την προτροπή του Αγίου μάζεψαν ό,τι πολύτιμο είχαν και βγήκαν με τον δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον έπαρχο. Ο Aγιος Βασίλειος με την πειθώ του και την εμφάνισή του έπεισε τον έπαρχο να μην πάρει τα τιμαλφή τον κατοίκων. Έτσι ανέκυψε το πρόβλημα της επιστροφής των δώρων στους ιδιοκτήτες τους. Ο Aγιος σκέφτηκε και προέτρεψε τους κατοίκους να παρασκευάσουν μικρές πίτες και έβαλε μέσα σε κάθε μια ένα αντικείμενο. Με θαυματουργό τρόπο καθένας πήρε ό,τι είχε προσφέρει. Από τότε στη γιορτή του Αγίου φτιάχνουμε πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα. Η παράδοση αυτή αγαπήθηκε πολύ από τους πληθυσμούς της Μικράς Ασίας όπου ο Aγιος ήταν ιδιαίτερα οικείος.
Η βασιλόπιτα (κουλούρα) παρασκευαζόταν παραδοσιακά όπως και σήμερα σε όλη την Ελλάδα. Είτε έφτιαχναν χωριστά τη μαντική πίτα από τον εορταστικό άρτο είτε τα συνδύαζαν. Στη Θεσσαλία για παράδειγμα έφτιαχναν μια πίτα με φύλλα. Έβαζαν μέσα ένα κέρμα, κλήμα, τριφύλλι, καλαμπόκι, σιτάρι, φασόλι και άχυρο σύμβολα της κύριας ασχολίας των μελών της οικογένειας. Π.χ. ο αμπελουργός έβαζε μικρό κομμάτι από κλίμα, ο γεωργός σιτάρι ή άχυρο κ.λπ.
Το μεσημέρι ύστερα από το φαγητό ο πατέρας ή ο μεγαλύτερος της οικογένειας έκοβε την πίτα με τελετουργικό τρόπο. Μερίδιο είχαν όλα τα μέλη, κατά σειράν ηλικίας, καθώς και οι ξενιτεμένοι, οι φιλοξενούμενοι, το σπίτι. Σε πολλές περιοχές κόβεται πρώτο το κομμάτι του Χριστού, δεύτερο της Παναγίας τρίτο του αι Βασίλη και ακολουθούν τα μέλη της οικογένειας. Ο πατέρας γύριζε την πίτα πάνω στο τραπέζι, ώστε το τυχερό του καθενός να έρθει μπροστά του. Όταν έπαιρνε το κομμάτι του το παιδί φιλούσε το χέρι του γονέα. Το κέρμα έφερνε λεφτά, το κλήμα κρασιά, το τριφύλλι πρόβατα κ.ο.κ. Επίσης πίστευαν ότι ανάλογα με το είδος του φυτού που έβρισκε το κάθε μέλος της οικογένειας θα έπρεπε να μεριμνά ιδιαίτερα για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια κατά την διάρκεια της νέας χρονιάς.
Η βασιλόπιτα στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία κ.α. είναι τυρόπιττα ή κρεατόπιτα, ενώ στους πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία γλύκισμα ή γλυκό ψωμί ζυμωμένο με διάφορα μυρωδικά. Οι Σαρακατσάνοι έφτιαχναν την πίτα το πρωί της παραμονής ανακατώνοντας μέσα στο ζυμάρι γάλα, βούτυρο και μέλι ή ζάχαρη και την έτρωγαν ανήμερα του Αγίου Βασιλείου για να πάει καλά η χρονιά.
Στο αστικό πλαίσιο η πίτα είναι γλύκισμα, ενώ εμφανίζεται και το κομμάτι του φτωχού. Από τις αρχές του 20ου αιώνα η κοπή της πίτας αρχίζει να γίνεται και στα Σωματεία, τα Ιδρύματα και τους οργανισμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Σήμερα είναι πλέον μια καθιερωμένη εορταστική εκδήλωση στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας.
Ποδαρικό
Ο πρώτος που θα μπει το πρωί στο σπίτι μας, μας κάνει ποδαρικό. «Το πιο σπουδαίο ποδαρικό είναι την Πρωτοχρονιά και την πρώτη του Σεπτέμβρη αλλά και στην αρχή του μήνα, της εβδομάδας και της μέρας. Αλλουνού είναι καλό το ποδαρικό του, αλλουνού κακό». Το ίδιο με το χερικό: «να κάμω εγώ αρχή που’ ναι το χερικό μου καλό» (Γαλανάδες Νάξου) και το απάντημα (άντισμα, αναραχός) π.χ. δεν έχει καλό άντισμα, δηλ. η συνάντησή του δεν θα βγάλει σε καλό.
Οι καλορίζικοι ή καλόμοιροι, συνήθως τα μικρά παιδιά, προσκαλούνται να μπουν πρώτοι το πρωί της αρχιχρονιάς, την 1η Ιανουαρίου και την Πρωτοχρονιά της 1ης Σεπτεμβρίου, καθώς «είναι καλοπόαροι» ή έχουν «καλόν πουαρικόν» και έτσι η οικογένεια απαλλάσσεται από κάθε ασθένεια και κακό, «δεν την πιάν’ αρρώστια».
πηγή