Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλιά Επαγγέλματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλιά Επαγγέλματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Μασίστας

Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός... Πολλοί ήτανε οι θηριώδεις και υπερφυσικοί κατα τα λεγόμενα τους μασίστες που έδωσαν παραστάσεις στην πλατεία του χωριού. Απο τα σπουδαιότερα κατορθώματά τους, το σπάσιμο τούβλων πάνω στο κεφάλι τους με την βαρά, τράβηγμα φορτηγού με τα μαλλιά τους, τράβηγμα αυτοκινήτου με τα δόντια, ζεύλωμα σιδερόβεργας και άλλα πολλά που φάνταζαν καταπληκτικά όχι μόνο για τα παιδιά αλλα και για τους μεγάλους. Η πληρωμή γινότανε συνήθως απο τους λαχνούς που πουλούσαν στο τέλος και κλήρωναν διάφορα δώρα.

πηγή



«Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός». Η ιστορία του παντοδύναμου μασίστα...

Ο Παναγής Κουταλιανός γεννήθηκε το 1853 στην Κούταλη, ένα χωριό στην Προποντίδα. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, λίγο πριν φύγει από τον τόπο του, έσκισε στα δυο έναν Τούρκο, ο οποίος του έκλεψε τα ρούχα, όταν έκανε μπάνιο στο ποτάμι. Κυνηγημένος, γύρισε σε αρκετές χώρες και κέρδισε τον επιούσιο, επιδεικνύοντας την δύναμή του. Η περιπλάνησή, τον οδήγησε στο μακρινό Μοντεβιδέο της Λατινικής Αμερικής. Εκεί, έγινε παλαιστής και άρχισε να χτίζει τη φήμη του. Μετά τις πρώτες νίκες, το όνομά του έγινε συνώνυμο της δύναμης. Οι συγγραφείς της εποχής, παρουσίαζαν έναν υπεράνθρωπο, που πάλευε σε όλο τον κόσμο, με τους πιο απίθανους αντιπάλους και έκανε επιδείξεις μυϊκής δύναμης, που παρόμοιες δεν είχαν ξαναδεί τα μάτια τους. Τα κατορθώματά του έμοιαζαν απίστευτα. Μετακινούσε τεράστιες πέτρες και πάλευε με άγρια ζώα. Ξάπλωνε στο έδαφος, του έβαζαν πάνω στο στομάχι βράχους και τους έσπαγαν με βαριοπούλες, χωρίς να τραυματίζεται. Στις εμφανίσεις του, φορούσε πάντα το δέρμα μιας τίγρης, που είχε σκοτώσει μόνος του....

Ωστόσο, κανείς δε γνωρίζει που σταματάει η υπερβολή και που αρχίζει η πραγματικότητα.
Ο Κωστής ο Παλαμάς, ο ποιητής, σε ένα από τα διηγήματά του, αναφέρει την συνάντησή του με τον Κουταλιανό στην Αθήνα. Τότε που ήταν γνωστός από την Ινδία μέχρι την Αμερική. Μιλάμε για το 1880 περίπου. Ο μύθος τον ακολουθούσε, ακόμα και στο θάνατο του. Η αλήθεια δεν έγινε ποτέ γνωστή. Κάποιοι υποστήριξαν πως πνίγηκε, καθώς ψάρευε στο Μυριόφιτο της  Ανατολικής Θράκης, ενώ άλλοι είπαν ότι πέθανε γύρω στα 80 του χρόνια, από γάγγραινα. Σε κάθε περίπτωση, έμεινε στην ιστορία, ως ο πιο δυνατός άνθρωπος της εποχής του.

Ο διάδοχος του Κουταλιανού

Στις αρχές της δεκαετίας του ’30, ένας 20άχρονος άντρας έκανε επιδείξεις δύναμης και τραβούσε το βλέμμα του κόσμου. Ήταν ο Δημήτρης Μακρής, απόγονος του Παναγή Κουταλιανού, που κράτησε το όνομα σαν ψευδώνυμο και συνέχισε τον μύθο. Ο Κουταλιανός είχε δείξει τη δύναμή του από πολύ νεαρή ηλικία. Στην Κάσο, όταν ήταν μικρός, έσυρε μόνος του ένα καΐκι στη θάλασσα και άναψε τη σπίθα του μύθου. Κάποια στιγμή, ένας γάιδαρος τον δάγκωσε και ο μικρός Δημήτρης του έριξε μια μπουνιά και τον έριξε αναίσθητο. Ο δάσκαλός του, εντυπωσιασμένος, τον παρότρυνε να ασχοληθεί με τις επιδείξεις σωματικής ρώμης. Μεγαλώνοντας, οι επιδείξεις του έγιναν πιο εντυπωσιακές, αλλά και πιο επικίνδυνες. Αν και κάθε άλλο παρά έμοιαζε με γίγαντα, σταματούσε αυτοκίνητα με τα χέρια του, ή τραβούσε νταλίκες με ιμάντα, που δεν τον κρατούσε με τα χέρια, αλλά με τα δόντια. Το μεγάλο του νούμερο ήταν, όταν άναβε ένα κανόνι που έσκαγε στα χέρια του, κόβοντας την ανάσα των θεατών και των δικών του ανθρώπων.  Η γιαγιά του αγωνιούσε περισσότερο από όλους. Καθόταν με το σκαμνάκι της κοντά στο σημείο των επιδείξεων και έκλαιγε από τον φόβο της, μέχρι να τελειώσουν τα επικίνδυνα νούμερα και να βεβαιωθεί ότι ο εγγονός της είναι σώος και αβλαβής. Στις περιοδείες, ακολουθούσε πάντα όλη τη οικογένεια του και συνήθως του έλεγαν ένα ποίημα, το οποίο σε μια στροφή ανέφερε: «Έχεις του Ηρακλή τη δύναμη, τη λεβεντιά, την χάρη και είσαι για κάθε Έλληνα, πάντα κρυφό καμάρι»....

Ο Κουταλιανός ήταν σκληρό καρύδι και το αποδείκνυε σε κάθε εμφάνισή του, καθώς έκανε επιδείξεις σε όλη τη χώρα. Είχε όμως και ένα ευαίσθητο σημείο. Τη γυναίκα του. Μία  δυναμική γυναίκα, με ισχυρή προσωπικότητα, που τον στήριξε σε όλη του τη ζωή. Της είχε αδυναμία και αυτό έγινε γνωστό από τους στίχους του τραγουδιού ο «Κουταλιανός», σε μουσική Μάνου Λοΐζου και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. «Τρέμει σαν το ψάρι, στην κυρά του μπρος, αχ πως τη φοβάται, ο φτωχός Κουταλιανός», έλεγε το τραγούδι, που αρχικά τον εκνεύρισε, αλλά αργότερα το συνήθισε και έμοιαζε να το διασκεδάζει. Ο γίγαντας με τη μεγάλη καρδιά, έσβησε στα 85 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του ένα μεγάλο μύθο....

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Γαλατάς


Ο γαλατάς ήταν επάγγελμα πλανόδιου μικροπωλητή παλαιότερων εποχών, που διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Σήμερα έχει εκλείψει σχεδόν τελείως από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης.
Το επάγγελμα του γαλατά, τα παλιά χρόνια, δεν το συναντούσες στα χωριά, παρά μόνο στις μικρές και μεγάλες πόλεις. Στα χωριά σχεδόν όλες οι οικογένειες είχαν δικά τους ζώα και το έβρισκαν εύκολα. Ο γαλατάς αναλάμβανε τη διάθεση του γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων (συνηθέστερα γιαουρτιού) στα σπίτια των πόλεων. Στην Ελλάδα και ειδικότερα στα αστικά κέντρα του 18ου αιώνα, (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Πάτρα κ.λπ.) το επάγγελμα αυτό ασκούσαν μικροποιμένες που περιφέρονταν γύρω από τις πόλεις με τα αιγοπρόβατά τους τα οποία και άρμεγαν οι ίδιοι προ του αγοραστή ή κάποιοι βοηθοί τους. Το μεταφορικό του μέσο ήταν ένα υποζύγιο (γάιδαρος ή μουλάρι, μερικές φορές ρυμουλκούσαν και ανοικτή ή κλειστή ελαφριά άμαξα) και αργότερα το ποδήλατο ή μηχανοκίνητο δίτροχο.
Ο γαλατάς ήταν ο πρώτος πλανόδιος μικροπωλητής της ημέρας. Φόρτωνε τα γκιούμια του με το φρέσκο γάλα πάνω στο γαϊδουράκι και ξεκινούσε πολύ πρωί από το χωριό για την πόλη. Έπρεπε να προφτάσει να εξυπηρετήσει όλους τους πελάτες. Την ίδια πάντα ώρα, πιστό στο ραντεβού, έδενε σε κάποιο δέντρο το ζώο του και ξεκινούσε το μοίρασμα. Κάθε ημέρα έπρεπε να είναι ακριβής στην ώρα του γιατί τον περίμενε η κάθε νοικοκυρά με τη δική της κανάτα. Συνήθως ήταν μπακιρένια ή πήλινη. Μερικές πολυάσχολες νοικοκυρές άφηναν το άδειο σκεύος έξω από την πόρτα για να το γεμίσει ο γαλατάς, σκεπασμένο συνήθως με μια πέτρα από το φόβο της γάτας. Το γάλα αυτό, υποχρεωτικά οι νοικοκυρές έπρεπε να το βράσουν καλά, γιατί μπορούσε να προκαλέσει πυρετό. Ο γαλατάς είχε καθημερινά τη δική του πελατεία, επειδή όμως πάντα έβρισκε και γυναίκες που του ζητούσαν γάλα σε έκτακτες περιπτώσεις, φρόντιζε να έχει μαζί του και λίγο παραπάνω γάλα. Όταν δεν μπορούσε να το πουλήσει, φώναζε στους δρόμους: "ο γαλατάς! φρέσκο, ολόπαχο γάλα!". Ποτέ δε γύριζε πίσω με περισσευούμενο γάλα.
Τα χωριά γύρω από τη Θεσσαλονίκη τότε είχαν πολλή κτηνοτροφία. Αγελάδες, πρόβατα, κατσίκες. Άρμεγαν πρωί και βράδυ, κρατούσαν αυτό που ήταν να κάνουν τυρί ή γιαούρτι και το υπόλοιπο το πουλούσαν. Ο κόσμος στην πόλη το αγόραζε, επειδή ήταν φρέσκο και ολόπαχο. Δεν είχε καμιά σχέση μ' αυτό που πίνουμε σήμερα.
Στην αρχή της δεκαετίας του 1960 η διάθεση του γάλακτος άρχισε να γίνεται σε γυάλινες φιάλες που διανέμονταν παστεριωμένο γάλα, κάθε πρωί στις διάφορες γειτονιές με διάφορα μέσα, ποδήλατα ή τρίκυκλες μοτοσικλέτες, όπως συνεχίζεται σήμερα η διάθεση των φιαλών γκαζιού.
Όμως, μετά από μια σειρά αγορανομικών διατάξεων στη δεκαετία του 1970, απαγορεύθηκε και ο τρόπος αυτός, της πλανόδιας διάθεσης, προκειμένου να διασφαλισθεί περισσότερο η ποιότητα και η υγειονομική ασφάλεια των προς διάθεση γαλακτοκομικών προϊόντων με περιορισμό τόσο στο χρόνο της διάθεσης, (ημερομηνία λήξης), όσο και από συγκεκριμένα μόνο καταστήματα που είναι εφοδιασμένα με κατάλληλα ψυκτικά μέσα.
Έτσι, το επάγγελμα του γαλατά πέρασε στην Ιστορία...
Μέρος του κειμένου προέρχεται από τα:
http://ellinaenamilo2.blogspot.gr/2011/07/blog-post_28.html
http://dim-sapon.rod.sch.gr/ekdos_cd-rom/epagelmata/galatas/galatas.htm
πηγή

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Γυρολόγος (Πραματευτής)


Έφερνε παλιά στα χωριά, φορτωμένος ή με το ζώο ότι μπορούσε να φανταστεί κανείς : υφάσματα με τον πήχη, πουκάμισα, κάλτσες, κλωστές, εσώρουχα, κουμπιά, λάστιχο, κουβαρίστρες, τσατσάρες, χτένια, βαφές και πολλά άλλα ακόμα. Η πληρωμή γίνονταν συνήθως σε είδος.
- Το επάγγελμα του πλανόδιου εμπόρου, που γυρνούσε στα χωριά και στις γειτονιές, ασκούσαν επαγγελματίες διαφόρων ειδικοτήτων, που ήταν συχνά και παραγωγοί του προϊόντος. Οι έμποροι αυτοί μετέφεραν το εμπόρευμά τους στους ώμους ή πάνω στο υποζύγιο που τους συνόδευε. Οι χαλβατζήδες που έφτιαχναν το χαλβά και οι σαλεπιτζήδες που έβραζαν και πουλούσαν το ζεστό σαλέπι, ήταν χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της πρώτης κατηγορίας. Αντίθετα οι γαλατάδες, οι πλανόδιοι υφασματέμποροι (ή "μπασματζήδες") που εφοδίαζαν τα χωριά της αγροτικής περιφέρειας, οι "μπαχτσαβάνηδες", που καλλιεργούσαν και πουλούσαν τα λαχανοπωρικά, καθώς και άλλοι πλανόδιοι έμποροι, μετέφεραν τα προϊόντα τους με το γαϊδουράκι, που έφερε το φορτίο του μέσα σε ειδικά κοφίνια. Οι γαλατάδες περνούσαν από τις γειτονιές κάθε πρωί και έφερναν φρέσκο γάλα μέσα σε ειδικά δοχεία από αλουμίνιο. Οι "μπαχτσαβάνηδες" που ονομάζονταν και "περιβολάρηδες" καλλιεργούσαν τα οπωρολαχανικά τους στα περιβόλια τους και τα διέθεταν στους εμπορομανάβηδες, ή τα πουλούσαν μόνοι τους στις συνοικίες. 

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Βαρελάς

Ήταν τεχνίτης, ειδικός στην κατασκευή βαρελόσχημων και σκαφοειδών σκευών, που τα κατασκεύαζαν από ξύλο καστανιάς ή δρυός. Το ξύλο περνούσε από ειδική επεξεργασία και μετά το έκοβαν σε λεπτές σανίδες, που βρέχανε για να παίρνουν εύκολα την κατάλληλη κλίση. Κατόπιν περνούσαν τα στεφάνια, τα χτυπούσαν με το ματσακόνι για να σφίξουν καλά και μετά τοποθετούσαν τους δυο επίπεδους πυθμένες. Οι αποθήκες παλιά ήταν γεμάτες με βαρέλια κλπ.


Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Αγωγιάτης

Ο επαγγελματίας που κάνει μεταφορές με φορτηγό ζώο .
Οι αγωγιάτες, που επονομάζονταν και "κιρατζήδες", μετέφεραν τα εμπορεύματα ή διακινούσαν τους ταξιδιώτες με άλογα και συχνότερα με μουλάρια. Λόγω των μεγάλων αποστάσεων μεταξύ των οικισμών, η μετακίνηση των ανθρώπων και η διακίνηση των προϊόντων με τα ζώα ήταν ο κυρίαρχος τρόπος μεταφοράς μέχρι τη δεκαετία του 1930 και σε μερικές περιοχές μέχρι τη δεκαετία του 1950. Οι αγωγιάτες προέρχονταν συνήθως από το στρώμα των ακτημόνων αγροτών και ήταν οργανωμένοι σε πολυμελή σωματεία στα χωριά και στις κωμοπόλεις . Μεγάλος αριθμός αγωγιατών εργαζόταν στα εργοστάσια, στα ελαιοτριβεία, στα ταλκορυχεία και γενικότερα σε όλες τις βιομηχανικές ζώνες . Πολλοί μουσικοί, αγρότες και άλλοι επαγγελματίες κατέφυγαν στο επάγγελμα του αγωγιάτη κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ανέχεια και την πείνα, μετά την κατάσχεση όλου του ελαιόλαδου και την παράλυση του εμπορίου και των συγκοινωνιών.
Οι αγωγιάτες είναι οι "πρόδρομοι" των αυτοκινητιστών. Πραγματοποιούσαν επί πληρωμή ιδιωτικές μεταφορές εμπορευμάτων, κρασιών (σε ασκιά), διακινούσαν ταξιδιώτες, ιδιώτες, γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς, κρατικούς λειτουργούς για την εκτέλεση υπηρεσίας, κυρίως δε μετέφεραν δημητριακά.

πηγή

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Γανωτής (Καλαντζής)

Οι γανωτζήδες ήταν συνήθως πλανόδιοι τεχνίτες που αναλάμβαναν το γαλβανισμό και το στίλβωμα των χάλκινων οικιακών σκευών, όπως τα ταψιά, τα καζάνια, τα κουτάλια,τα πιρούνια κλπ. Το «γάνωμα» έπρεπε να γίνεται συχνά για λόγους υγείας, κυρίως σε στα σκεύη που χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα, οπότε οι γανωτζήδες είχαν δουλειά όλο το χρόνο
Γανωτής (Καλαντζής): Τα παλιά μπακιρένια οικιακά σκεύη (ταψιά, καζάνια, κουτάλια, πιρούνια κλπ.), με τον καιρό οξειδώνονταν και έπρεπε να γανωθούν, να περαστεί δηλαδή η επιφάνειά τους με ειδικό μέταλλο (καλάι - κασσίτερος). Είχαν μαζί τους τα απαραίτητα εργαλεία και έκαναν τη δουλειά τους επί τόπου, ενώ παλιότερα η πληρωμή τους ήταν σε είδος (αυγά, καλαμπόκι, σιτάρι). Αφού καθάριζαν καλά τα σκεύη, άλειφαν το εσωτερικό τους με σπίρτο και το έτριβαν με κουρασάνι (=τριμμένο κεραμίδι). Μετά κράταγαν το σκεύος με την τσιμπίδα πάνω από τη φωτιά και έριχναν μέσα το νησιαντήρι (=χλωριούχο αμμώνιο), για να στρώσει καλύτερα το καλάι πάνω στο χάλκωμα. Αφού το σκούπιζαν καλά, άπλωναν το λιωμένο καλάι σ' όλη την επιφάνεια του σκεύους μ' ένα χοντρό βαμβακερό ύφασμα... Στο τέλος το σκούπιζαν με καθαρό βαμβάκι για να γυαλίσει.

πηγή

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

Παραδοσιακά Επαγγέλματα που Χάθηκαν ή Χάνονται - Αγγειοπλάστης

Το επάγγελμα του αγγειοπλάστη το εξασκούσαν σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, όπου υπήρχε κατάλληλο χώμα και όπου είχε αναπτυχθεί η σπουδαία παράδοση στη δημιουργία αγγειοπλαστικών αντικειμένων.
Έτσι κατασκεύαζαν όλα τα μεγέθη μολυβικών μαγειρικών σκευών και πιατικών, κούπες με χερούλι και χωρίς χερούλι ακόμα κατασκεύαζαν κανάτια κρασιού διάφορα μικροσκεύη, όπως θυμιατήρια κ.α.
Στα έργα τους ακόμα συγκαταλέγονται σταμνιά που μετέφεραν νερό, πιθάρια διαφόρων μεγεθών για λάδι, για κρασί, για ψωμί, κολυμβήθρες, καπνοδόχους και πολλά άλλα.

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

πηγή